Θεραπεία ηπατίτιδας C από τους Έλληνες γιατρούς
Μειώθηκαν τα ποσοστά ιογενών ηπατιτίδων στη χώρα μας
Μειώθηκαν τα ποσοστά ιογενών ηπατιτίδων στην Ελλάδα, γεγονός που την κατατάσσει στις χώρες με χαμηλό επιπολασμό. Ο αριθμός των νέων διαγνώσεων στους νεότερους ανθρώπους βαίνει σημαντικά μειούμενος στην ηπατίτιδα Β. Ωστόσο, οι Έλληνες ηπατολόγοι πρωτοστατούν στην εξάλειψη της ηπατίτιδας C με φαρμακευτική αγωγή, κάτι το οποίο δεν έχει συμβεί ποτέ στην ιστορία της ιατρικής!
«Στόχος μας είναι να είμαστε οι πρώτοι που θα καταφέρουμε με τη χορήγηση των φαρμάκων να εκριζωθεί ο ιός της ηπατίτιδας C από τον πλανήτη, κάτι το οποίο έχει επιτευχθεί μόνο με εμβόλια και για πολύ λίγους μήνες στο παρελθόν» τόνισε ο πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Μελέτης Ήπατος (ΕΕΜΗ), καθηγητής κ. Ιωάννης Γουλής.
Τα «βήματα» προόδου στη χώρα μας έχουν γίνει, διότι η ηπατολογική κοινότητα δεν αρκείται μόνο στη διάγνωση των ηπατιτίδων, αλλά προχωρά και στη θεραπεία τους.
«Η ηπατίτιδα Β μπορεί να αντιμετωπιστεί με εμβολιασμό, και σε αυτό το κομμάτι η Ελλάδα είναι μπροστά εδώ και περίπου 30 χρόνια. Με αυτόν τον τρόπο έχουμε μειώσει σημαντικότατα τα ποσοστά των νέων διαγνώσεων της Ηπατίτιδας Β στους νεότερους ανθρώπους στη χώρα μας και αυτό είναι μια σημαντική επιτυχία» επισήμανε ο καθηγητής κ. Γουλής.
«Σε ότι αφορά την ηπατίτιδα C, εδώ και κάποια χρόνια υπάρχουν πολύ αποτελεσματικά φάρμακα για την αντιμετώπισή της», πρόσθεσε ο πρόεδρος της ΕΕΜΗ. «Συνεπώς, δεν μένουμε μόνο στη διάγνωση, έχουμε τη δυνατότητα στη συνέχεια να αντιμετωπίσουμε εξαιρετικά αποτελεσματικά την Ηπατίτιδα C, που σημαίνει να εκριζώσουμε τον ιό δίνοντας μια θεραπεία σύντομη, μια φαρμακευτική αγωγή εύκολη στην ανοχή της και το πιο σημαντικό από όλα, με πολύ θετικά αποτελέσματα σε πάρα πολύ υψηλά ποσοστά. Στόχος είναι να εξαλειφτεί ο ιός στη χώρα μας, κάτι που δεν έχει συμβεί ποτέ στην ιστορία της επιστήμης μας παγκοσμίως», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Γουλής.
Η Ελλάδα κατατάσσεται στις χώρες με χαμηλό επιπολασμό
Τα ποσοστά ηπατίτιδας Β έχουν βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Εταρείας Μελέτης Ήπατος.
«Η χρόνια Ηπατίτιδα Β, αν ανατρέξουμε σε πολύ παλιά στοιχεία, πριν από 50 χρόνια, γνωρίζουμε ότι ήταν αρκετά υψηλός ο επιπολασμός της, στη χώρα μας και ξεπερνούσε το 5%. Εκείνα τα χρόνια η Ελλάδα ανήκε στις χώρες, που εθεωρούντο ενδιάμεσου επιπολασμού, με ποσοστό που κυμαινόταν από 2% έως 8%. Έχουμε βελτιώσει πολύ αυτά τα ποσοστά, κυρίως γιατί εφαρμόζουμε επιτυχώς, από το 1996 και μετά, τον εμβολιασμό στα παιδιά, που γεννιούνται, με αποτέλεσμα να μειωθούν τα νέα περιστατικά ηπατίτιδας Β» υπογράμμισε ο καθηγητής κ. Γουλής.
Ο αριθμός των ασθενών που πάσχουν από χρόνια ηπατίτιδα Β, σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΕΕΜΗ, «υπολογίζεται περίπου στις 200.000, αλλά είναι συνεχώς μειούμενος και προσδοκούμε τα επόμενα χρόνια να πέσει πολύ σημαντικά αυτό το ποσοστό. « Για την ηπατίτιδα C υπάρχουν διάφορα μοντέλα. Πιστεύουμε ότι έχουμε γύρω στους 80.000 με 100.000 ασθενείς με χρόνια Ηπατίτιδα C στην Ελλάδα, αρκετοί όμως από αυτούς έχουν ήδη θεραπευτεί και το έχουμε καταφέρει χάρη στις σύγχρονες θεραπείες που εφαρμόζουμε για να εκριζώσουμε τον ιό» ανέφερε χαρακτηριστικά ο καθηγητής κ. Ιωάννης Γουλής.
Αποτελεί επιτυχία για τη χώρα μας να κατατάσσεται πλέον, μεταξύ αυτών με χαμηλό επιπολασμό των ιογενών ηπατιτίδων, όμως οι γιατροί δεν αρκούνται σε αυτό, όπως ανέφερε ο γενικός γραμματέας της ΕΕΜΗ, αναπληρωτής καθηγητής κ. Εμμανουήλ Σινάκος. «Ο στόχος του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και της χώρας μας είναι η εξάλειψη, τουλάχιστον του ενός νοσήματος έως το 2030. Για το δε άλλο, εντείνουμε τις προσπάθειες ελαχιστοποίησής του στο γενικό πληθυσμό», διευκρίνισε ο κ. Σινάκος. «Αν δεν επιτευχθεί μέχρι την ημερομηνία ορόσημο, θα καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια για την επίτευξή του μέχρι το 2040».
Ωστόσο, ό ίδιος εξέφρασε την πεποίθηση ότι «με τις συντονισμένες προσπάθειες όλων και αν τηρήσουμε τη φλόγα ανεύρεσης νέων ασθενών θα καταφέρουμε την επίτευξη του παραπάνω στόχου».
Σύμφωνα με τον γενικό γραμματέα της ΕΕΜΗ, στην πατρίδα μας δεν υπάρχει Εθνικό Σύστημα Επιτήρησης για την καταγραφή των περιστατικών ηπατιτίδων, καθώς πρόκειται για χρόνιες και όχι οξείες λοιμώξεις. Τα δεδομένα αντλούνται από ερευνητικές προσπάθειες επιστημόνων σε διάφορες περιοχές της χώρας, από τους ειδικούς πληθυσμούς, αλλά και τον ΕΟΠΥΥ.