Γιατί οι θρησκευόμενοι είναι πιο ευτυχισμένοι;
Όσοι εκκλησιάζονται κάθε εβδομάδα, έχουν 45% μεγαλύτερη πιθανότητα να δηλώσουν ευτυχισμένοι, έδειξε έρευνα στο Τέξας
Είναι γενικά – και επιστημονικά – αποδεκτό, πως η πίστη στον Θεό βοηθά στην αντιμετώπιση των δυσκολιών της ζωής. Πλήθος βιβλιογραφικών πηγών υποστηρίζουν πως η θρησκευτική πίστη αποτελεί ένα μονοπάτι, που οδηγεί στην ευτυχία. Τόσο η κοινωνική υποστήριξη, που μπορεί να δεχτεί κάποιος από τα μέλη της θρησκευτικής κοινότητας στην οποίαν ανήκει, όσο και η αίσθηση του νοήματος της ζωής και της καθοδήγησης, που προάγουν οι θρησκευτικές διδαχές, μπορούν να συμβάλλουν στην βίωση της ευτυχίας και ασφάλειας του ανθρώπου.
Οι άνθρωποι φαίνεται να έχουν μια έμφυτη προδιάθεση να αναζητούν ένα βαθύτερο νόημα και έναν σκοπό για την ύπαρξή τους, καθώς και έναν κώδικα πεποιθήσεων και αξιών, που τους προσφέρουν ψυχική δύναμη, στήριξη και καθοδήγηση για τις πράξεις τους.
Τα εμπειρικά ευρήματα δείχνουν ότι τα θρησκευόμενα άτομα τείνουν να επιδίδονται λιγότερο στη χρήση επιβλαβών ουσιών, και είναι λιγότερο επιρρεπή σε καταχρήσεις. Φαίνεται, ακόμη, ότι η ενασχόληση με θρησκευτικές πρακτικές αποτελεί κίνητρο για έναν πιο υγιεινό τρόπο ζωής, τακτικά ωράρια και ξεκούραση τις Κυριακές.
Ακόμη, η θρησκευτικότητα σχετίζεται θετικά με τη διατήρηση αρμονικότερων σχέσεων στον έγγαμο βίο και στο φιλικό περιβάλλον, καθώς τα θρησκευόμενα άτομα τείνουν να είναι περισσότερο αφοσιωμένα στην οικογένεια και να επιλύουν τις προσωπικές τους διαφορές με ήπιο τρόπο. Οι Ellison & Anderson (2001) διαπίστωσαν ότι ο τακτικός εκκλησιασμός σχετίζεται αρνητικά με τη χρήση βίας και στα δυο φύλα, και ειδικά με την χρήση ενδοοικογενειακής βίας. Οι Call & Heaton (1997) εντόπισαν αξιοσημείωτες διαφορές υπέρ των ζευγαριών που είχαν κοινούς θρησκευτικούς δεσμούς, σε σύγκριση με αυτά που δεν είχαν καθόλου θρησκευτικούς δεσμούς. Επίσης, η θρησκευτικότητα φαίνεται να αποτελεί τον πιο ισχυρό παράγοντα προσαρμογής στον έγγαμο βίο, και όχι απλά ένα εμπόδιο στη διάλυση του γάμου. Πιθανώς η θρησκεία παρέχει ένα σύστημα από νόρμες, οι οποίες μπορούν να βοηθήσουν το ζευγάρι να διαχειρίζεται καλύτερα τις τυχόν κρίσεις και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει.
Η προσευχή βοηθά την υγεία
Όσον αφορά την σωματική υγεία, βρέθηκε ότι τα άτομα που προσεύχονται παρουσιάζουν μικρότερη μυϊκή ένταση, καλύτερη λειτουργία του καρδιαγγειακού και νευρικού συστήματος, μειωμένα επίπεδα άγχους και μικρότερες πιθανότητες στεφανιαίας καρδιακής νόσου. Είναι παραδεκτό πως η προσευχή απελευθερώνει από συναισθήματα, όπως μελαγχολία ή άγχος, πράγμα που οδηγεί στην ψυχική εκτόνωση, αποφόρτιση και χαλάρωση. Επίσης, υπάρχουν σημαντικές ενδείξεις ότι ανακουφίζει τον ασθενή από την ψυχολογική επιβάρυνση της ασθένειας, τονώνει την αυτοεκτίμησή του και τον βοηθά να βρει νόημα σε όσα υποφέρει.
Επιπλέον, οι θρησκευτικές εμπειρίες προσδίδουν στο άτομο την αίσθηση ότι βρίσκεται σε επαφή με τον Θεό και με τους άλλους, ένα θετικό συναίσθημα, που αυξάνει τον βαθμό ευτυχίας του ατόμου. Η αλληλεπίδραση με τον Θεό μπορεί να οδηγήσει στην ουσιαστική επαφή και βαθύτερη γνώση του εαυτού μας και να ενισχύσει την αυτο-εκτίμηση και αυτο-αποτελεσματικότητα. Όπως είχε πει και ο Jung (1952), το δράμα του σύγχρονου ανθρώπου οφείλεται στην άγνοια της εσωτερικότητάς του. Ακόμη, η πίστη στην αγάπη του Θεού μειώνει τα αισθήματα άγχους και ενοχής, που μπορεί να προκαλέσει μια λανθασμένη (αμαρτωλή) συμπεριφορά. Τέλος, το άτομο διαχειρίζεται καλύτερα την ψυχολογική πίεση μιας αγχογόνου κατάστασης, όταν αισθάνεται ότι θα την αντιμετωπίσει με την υποστήριξη του Θεού.
Μια ακόμη έρευνα, του Ινστιτούτου Για Την Έρευνα της Οικογένειας και των Αξιών, στο Austin, Texas, βρήκε πως οι θρησκευόμενοι άνθρωποι είναι πιο χαρούμενοι. Οι ερευνητές πήραν στοιχεία από 15.738 Αμερικανούς, ηλικίας από 18 έως 60. Τα αποτελέσματα έδειξαν πως αυτοί που πηγαίνουν στην εκκλησία κάθε εβδομάδα έχουν 45% μεγαλύτερη πιθανότητα να δηλώσουν ευτυχισμένοι, σε σύγκριση με το 28% των πιθανοτήτων που έχουν να είναι ευτυχισμένοι, αυτοί που δεν εκκλησιάζονται συχνά. Αυτοί που δεν πηγαίνουν ποτέ στην εκκλησία έχουν 4% πιθανότητα να πουν πως είναι ευτυχισμένοι. Οι ειδικοί υποστηρίζουν πως αυτή η ευτυχία, που προκύπτει από τη συμμετοχή στην εκκλησία, διαρκεί στο χρόνο.
Ιδίως οι Χριστιανοί, πρέπει να είμαστε οι πλέον ευτυχισμένοι, διότι ο Θεός έμπρακτα μας απέδειξε την αγάπη Του. Κατέβηκε στη γη ως άνθρωπος και βίωσε μαρτύρια, εξευτελισμό και θάνατο. Ταπεινώθηκε και υπέφερε, από την αγάπη Του για εμάς. Εμάς τους ανθρώπους, που Τον σταυρώσαμε και, συχνά με την συμπεριφορά μας, εξακολουθούμε να το κάνουμε και σήμερα. Ο Χριστός αναστήθηκε, αποδεικνύοντας περίτρανα πως νίκησε τον θάνατο. Για όλους τους ανθρώπους ο θάνατος είναι αναπόφευκτος, και αποτελεί μεγάλη αγαλλίαση και παρηγορία να γνωρίζουμε πως η αθάνατη ψυχή μας θα συνεχίσει να ζει, ακόμα και μετά το τέλος του φθαρτού μας σώματος. Εμείς, λοιπόν, μπορούμε να αντλήσουμε μεγάλη δύναμη από την πίστη μας. Να εμπιστευτούμε στον Χριστό μας οτιδήποτε. Να μην φοβόμαστε τις δυστυχίες και τις θλίψεις, καθώς ο Ίδιος είχε πει: «Εν τω κόσμω θλίψιν έξετε, αλλά θαρσείτε, Εγώ νενίκηκα τον κόσμον» (Ιω. 16. 33). Και τις θλίψεις ακόμα, μπορούμε να τις νοηματοδοτήσουμε αλλιώς – όχι μοιρολατρικά – προσδίδοντάς τους την απαραίτητη πνευματικότητα. Να αισθανθούμε τον Θεό δίπλα μας, να αναγνωρίσουμε τις ευεργεσίες Του, να Τον ευγνωμονούμε για κάθε δευτερόλεπτο ζωής που μας χάρισε. Να συνειδητοποιήσουμε πως τίποτα δεν είναι δεδομένο και να είναι η ζωή μας μια συνεχής ευχαριστία.
Με αυτόν τον τρόπο, αποδεχόμενοι τον κάθε άνθρωπο ως πλάσμα του Θεού, και ζώντας με ταπείνωση, αγάπη, ευσπλαχνία, ενσυναίσθηση, συγχωρητικότητα και καλοσύνη, εμπιστευόμενοι στον Θεό όλη μας την ζωή, μεταβαλλόμαστε και βελτιωνόμαστε ως άνθρωποι.
Πίστη και δοκιμασίες
Όταν ο άνθρωπος πιστεύει βαθιά και ειλικρινά, μπορεί να αλλάξει όχι μόνο τον εαυτό και την νοοτροπία του, αλλά και να μεταβάλει το κακό σε καλό. Είναι αποδεδειγμένο πως ο ψυχικός πόνος και η απελπισία πολλές φορές οδηγούν στην αναζήτηση του Θεού, σε μια προσπάθεια εύρεσης νοήματος, ελπίδας και παρηγοριάς. Μέσα από την αναζήτηση του βαθύτερου νοήματος ενός αρνητικού συμβάντος, το άτομο μπορεί να το αντιμετωπίσει με πιο θετικούς όρους. Οι ερευνητές καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι, το να εντοπίσει κάποιος το βαθύτερο νόημα σε μια τραγωδία, πιθανώς αποτελεί το κύριο βοήθημα στην επιτυχή αντιμετώπισή της. Η θρησκευτικότητα μπορεί να βοηθήσει σε πολύ μεγάλο βαθμό τα άτομα να εντοπίσουν ένα βαθύτερο νόημα στα δυσάρεστα συμβάντα της ζωής τους, αλλά και να διαμορφώσουν τεχνικές που θα βοηθήσουν να τα ξεπεράσουν. H προσευχή και η μελέτη θεολογικών κειμένων μπορούν να βοηθήσουν στην αλλαγή του τρόπου αξιολόγησης των δοκιμασιών της ζωής, και στον χαρακτηρισμό τους είτε ως ευκαιρίες για πνευματική ανάπτυξη και μάθηση, είτε ως μέρος ενός ευρύτερου «σχεδίου». Μπορεί ο άνθρωπος το τραύμα που τον πόνεσε και τον λύγισε να το νοηματοδοτήσει, να αντλήσει δύναμη και ελπίδα από την πίστη του, και να δημιουργήσει έναν νέο εαυτό, μέσα από την μετατραυματική ωρίμανση.
Έρευνα που διεξήχθη από τους Steel, Gamblin & Carr (2008), σχετικά με την μετατραυματική ωρίμανση σε καρκινοπαθείς, κατέδειξε πως αυτή εκφράζεται και μέσω της ανάθεσης ελέγχου της κατάστασης στον Θεό, και της ανάπτυξης της πνευματικότητας – όπως περισσότερη προσευχή και συχνότερος εκκλησιασμός.
Από την επισκόπηση της βιβλιογραφίας, λοιπόν, προκύπτει το συμπέρασμα ότι οι θρησκευόμενοι άνθρωποι τείνουν να αισθάνονται περισσότερο ευτυχισμένοι, επειδή προσδίδουν διαφορετικό νόημα στη ζωή τους. Δίνουν μικρότερη βαρύτητα στα υλικά αγαθά και στα χρήματα, ενώ δίνουν προτεραιότητα στις διαπροσωπικές τους σχέσεις και στο κοινωνικό τους περιβάλλον. Επίσης, τείνουν να έχουν υψηλότερο αίσθημα αυτοελέγχου της ζωής τους. Το θρησκευτικό βίωμα καθ’ αυτό, είναι η πιο αυθεντική αναγεννητική δύναμη, και μέσα απ’ αυτό μπορούμε να κατανοήσουμε όλη την ζωή μας, και τις σχέσεις μας με τον εαυτό μας και με τους άλλους.
Σε έναν κόσμο που προάγει την επιστήμη ως ύψιστο αγαθό και την θεοποιεί, καλόν είναι εμείς οι άνθρωποι να μην διώχνουμε τον Θεό στην προσπάθεια εκμοντερνισμού μας. (*Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό “Σύνδεσμος” της Χριστιανικής Στέγης Καλαμάτας).
Αγγελική-Ελευθερία Ι. Παπασαραντοπούλου
Ψυχολόγος
Οι Ειδικοί Επιστήμονες
Αγγελική-Ελευθερία Ι. Παπασαραντοπούλου, ψυχολόγος
Η Αγγελική-Ελευθερία Ι. Παπασαραντοπούλου γεννήθηκε και διαμένει στην Αθήνα. Είναι κάτοχος πτυχίου Ψυχολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, και κάτοχος Higher National Diploma (HND) από το Mediterranean College. Έχει μετεκπαιδευτεί στις Μεταμοντέρνες Προσεγγίσεις στην Συστημική Ψυχοθεραπεία (Θεραπεία Εστιασμένη στην Λύση, Αφηγηματική Θεραπεία, Διαλογική Θεραπεία) στο Bienestar Κέντρο Εστιασμένης στη Λύση Ψυχοθεραπείας, στην Θεσσαλονίκη. Τώρα πραγματοποιεί το μεταπτυχιακό της δίπλωμα πάνω στην Εγκληματολογία, με κατεύθυνση την Εγκληματολογική Ψυχολογία στο Università degli Studi eCampus της Ιταλίας. Έχει παρακολουθήσει πλήθος σεμιναρίων, ημερίδων και διημερίδων. Διαθέτει, επίσης, Πιστοποιητικό Εξειδικευμένης Επιμόρφωσης στην Ιατρική Ψυχολογία, Πιστοποιητικό Επιμόρφωσης στην Ψυχοθεραπεία: Θεωρία και Πράξη, και Πιστοποιητικό Επιμόρφωσης στην Διαχείριση Χωρισμού-Διαζύγιο Γονέων του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Είναι κάτοχος Άδειας Ασκήσεως Επαγγέλματος Ψυχολόγου. Εργάζεται ιδιωτικά ως Ψυχολόγος.